Πότε ὅμως;
Πρέπει νά ἐξομολογηθεῖς τό ταχύτερο. Χωρίς νά χάσεις καθόλου καιρό. Μήν πεῖς: «Ἐξομολογοῦμαι ἀργότερα». Ὁ καιρός δέν εἶναι στήν ἐξουσία σου. Πόσους δέν γέλασε καί δέν κατέστρεψε ἔτσι ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας, ὁ διάβολος! Ὅσο ἀναβάλλεις, τόσο συσσωρεύονται ἁμαρτίες. Ὅσο περνάει ὁ καιρός, τόσο οἱ ἁμαρτίες σου θά γίνονται παρισσότερες καί βαρύτερες.
Μή νομίζεις πώς οἱ μεγάλοι ἁμαρτωλοί ἔφτασαν μεμιᾶς στό κατάντημά τους. Ἀπό μικρές ἁμαρτίες ἄρχισαν. Καί σιγά-σιγά, χωρίς τή συγχώρηση καί τήν ἐνίσχυση τῆς Ἐξομολογήσεως, ἡ ψυχή τους συνήθισε στήν ἀτμόσφαιρα καί τή ζωή τῆς ἁμαρτίας. Ἔτσι προχώρησαν ἀπό τίς μικρότερες στίς μεγαλύτερες ἁμαρτίες, χωρίς νά τό ἀντιληφθοῦν.
Μέ τήν Έξομολόγηση βγάζεις ἀπό τό χωράφι τῆς ψυχῆς σου τούς σπόρους τοῦ κακοῦ, πού σπέρνει ὁ διάβολος, καί δέν τούς ἀφήνεις νά ριζοβολήσουν καί ν' ἀναπτυχθοῦν. Ἐπιπλέον, ὅσο ἀναβάλλεις νά ἐξομολογηθεῖς, τόσο δυσκολότερο σοῦ φαίνεται νά πλησιάσεις στόν πνευματικό.
Μήν πεῖς μέ τό νοῦ σου: «Θά μετανοήσω καί θά ἐξομολογηθῶ, ὅταν θά γεράσω». Ποιός σοῦ ὑπόσχεται ὅτι θά γεράσεις; Καί πῶς φαντάζεσαι ὅτι θά ἔχεις ἀντοχή πού χρειάζεται γιά νά μετανοήσεις, ὅταν ξέρεις πόσο ἀδύνατες γίνονται καί ἡ θέληση καί ἡ σκέψη καί ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ ἡλικιωμένου;
Μή σκεφτεῖς: «Τώρα εἶμαι πολύ ἁμαρτωλός. Θά φροντίσω σιγά-σιγά νά διορθωθῶ, καί μετά ἐξομολογοῦμαι». Ἀλίμονο, ἄν ὁ βαριά ἄρρωστος ἔλεγε: «Θά γίνω καλύτερα, καί μετά θά πάω στό γιατρό».
Μήν ἀφήσεις νά πᾶς στόν πνευματικό τήν τελευταία στιγμή, τίς παραμονές τῶν μεγάλων ἑορτῶν. Τότε εἶναι τόσοι πολλοί πού περιμένουν νά ἐξομολογηθοῦν ὥστε εἶναι ἀδύνατο καί ἀπό τή μεριά σου καί ἀπό τή μεριά ἐκείνου νά κάνεις μιά καλή Ἐξομολόγηση.
Πότε λοιπόν θά ἐξομολογηθεῖς;
Κάθε πότε πλένεσαι; Κάθε πότε πλένεις τά ροῦχα σου; Μήπως μένεις ἄπλυτος καί μέ ἀκάθαρτα ροῦχα, λέγοντας ὅτι θά καθαριστεῖς τά Χριστούγεννα ἤ τό Πάσχα; Μήπως, ὅταν πονᾶς ἤ ὅταν σέ καίει ὁ πυρετός, ἀφήνεις ἔστω καί ὕστερ' ἀπό μιά ὥρα νά ζητήσεις τή βοήθεια τοῦ γιατροῦ; Ὅ,τι κάνεις γιά τό σῶμα σου, θά κάνεις καί γιά τήν ψυχή σου. Μόλις αἰσθανθεῖς τό πρῶτο λέρωμα, τήν πρώτη πληγή, τό πρῶτο βάρος τῆς ἁμαρτίας, θά τρέξεις χωρίς ἀναβολή.
«Τῆς πατρῴας δόξης σου ἀποσκιρτήσας ἀφρόνως, ἐν κακοῖς ἐσκόρπισα ὅν μοι παρέδωκας πλοῦτον. Ὅθεν σοι τήν τοῦ ἀσώτου φωνὴν κραυγάζω· Ἥμαρτον ἐνώπιόν σου, Πάτερ, οἰκτίρμον· δέξαι με μετανοοῦντα καί ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου» (Κοντάκιο Κυριακῆς τοῦ Ἀσώτου)
Πηγή: Τό λουτρό τῆς ψυχῆς, Ἀρχιμ. Ἰγνάτιος, Ἱερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 13-16.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου