Σάββατο 28 Μαΐου 2016

ΙΒ΄ - Μοναχὸς Μωϋσῆς Ἁγιορείτης


ΙΒ΄ 
Γεννήθηκε μέσα στὴ σιωπή
καὶ τὴν ἀσημότητα
ἀσπάσθηκε τὴν ὑπακοή
ὑπομένωντας πάντα
ἀκολουθώντας τὸν Υἱό της 
καὶ στὸν Γολγοθᾶ
κι ὕστερα τὸ κενὸ μνημεῖο
τ᾿ὄρος τῶν Ἐλαιῶν
ἡ Ἔφεσος κι ὁ Ἄθως 
κι ἔγινε ἡ «τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ»
νὰ τὴν ὑμνοῦν «αἱ γενεαὶ πᾶσαι»
ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός 
ἡ εὐλογημένη ἐν γυναιξί 
ἡ Κυρία τῶν Ἀγγέλων
ἡ Γοργοϋπήκοος
ἡ Μία 
ἡ Πρώτη 
ἡ Καλή
ἡ ὡραία 
ἡ Παναγία 
ἡ μάνα τοῦ κόσμου.

Μοναχὸς Μωυσῆς Ἁγιορείτης 

15.8.2000

Πηγή: Ἁθωνικὸ Ψαλτήρι, «Ἁρμός», σελ. 18

Μνήμη τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου


Λίγες μόλις δεκαετίες μετὰ τὸ γεγονὸς τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ ἐμφανίσθηκαν οἱ πρῶτες παραχαράξεις τῆς πίστεως καὶ ἀργότερα οἱ μεγάλες χριστολογικὲς αἱρέσεις στὴν Ἐκκλησία Του, σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὴν ὑποστατικὴ ἕνωση τῶν δύο ἐν Χριστῷ φύσεων. Ποιὸς εἶναι Αὐτός; Ποιὰ εἶναι ἡ σχέση Του μὲ τὸν Θεό; Πῶς κατανοεῖται ἡ σχέση καὶ ἡ ἕνωση δηλαδὴ ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ ἀπὸ τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ; Πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι συγχρόνως «Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου»; Μὲ ποιὸ τρόπο γεννήθηκε ἀπὸ γυναίκα; Πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ μητέρα Του, ἡ Παρθένος Μαρία νὰ ἀποκαλεῖται «Θεοτόκος»; Τὰ ἐρωτήματα ποὺ ἐτίθεντο ἀφοροῦσαν ὄχι μόνο τὴ θεότητα τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀλλὰ καὶ τὴν Ἐνανθρώπησή Του.


Οἱ προβληματισμοὶ αὐτοὶ προξένησαν μακραίωνες δογματικὲς συζητήσεις. Ἡ Ἐκκλησία, προκειμένου νὰ προφυλάξει τὰ πιστὰ μέλη της καὶ νὰ ἀπαντήσει στὶς ἀποκλίνουσες ἀπόψεις, διατύπωσε αυθεντικὰ τὴν πίστη της στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, οἱ ὁποῖες διατύπωσαν τὴν πίστη της καὶ καθόρισαν τὰ δόγματά της. Οἱ δογματικὲς ἀποφάσεις τῶν Συνόδων, γνωστὲς ὡς «Ὅροι», δηλαδή ὅρια - ὁριοθετήσεις, ἐμπεριέχουν σωτήριες ἀλήθειες. Συνεπῶς, τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ σωτηριολογικὲς προτάσεις ζωῆς, ἀφοῦ καταγράφουν τὴν κοινὴ πίστη καὶ τὴν καθολικὴ συνείδηση καὶ διαχρονικὴ ἐμπειρία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.


Οἱ ἀμφισβητήσεις γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἐμφανίσθηκαν πολὺ νωρίς, κατ’ ἀρχὴν μὲ τὴν αἵρεση τοῦ Δοκητισμοῦ καὶ τοῦ Μοναρχιανισμοῦ. Ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν περίοδο τῶν μεγάλων Τριαδολογικῶν αἱρέσεων τέθηκε ἐκ νέου τὸ Χριστολογικὸ ζήτημα, γιατὶ τόσο οἱ Ἀρειανοὶ ὅσο καὶ οἱ Εὐνομιανοὶ εἶχαν δική τους «Χριστολογία», στὴν ὁποία, ἀσφαλῶς, ἀπάντησαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ τὸ ἐνδιαφέρον στρεφόταν πρωτίστως στὸ Τριαδολογικὸ δόγμα, ποὺ ἀφοροῦσε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν σχέση Του μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα Του. Μὲ αὐτὰ τὰ Χριστολογικὰ θέματα τῆς πίστεως, ποὺ ἀφοροῦσαν τὸ μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ - Λόγου, ἀσχολήθηκε ἡ Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ποὺ συνῆλθε στὴν πόλη Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὸ 325 μ.Χ.


Ἡ Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος συγκλήθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο ἐναντίον τοῦ αἱρεσιάρχου Ἀρείου, ἀπὸ τὶς 20 Μαΐου προκαταρκτικὰ καὶ ἀπὸ 14 Ἰουνίου ἐπίσημα μὲ τὴν παρουσία τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι τὶς 25 Αὐγούστου τοῦ 325 μ.Χ. Ἡ Σύνοδος ἀποτελέσθηκε, κατὰ μὲν τὴν ἐπικρατούσα παράδοση ἀπὸ 318 θεοφόρους Πατέρες, κατ’ ἄλλες δὲ ἱστορικὲς μαρτυρίες ἀπὸ τριακόσιους περίπου. Κύριος δὲ σκοπὸς αὐτῆς ἦταν ἡ καταδίκη τοῦ Ἀρειανισμοῦ καὶ ἡ θετικὴ διατύπωση τῆς Ὀρθοδόξου δογματικῆς διδασκαλίας περὶ τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, διότι τὴ θεότητα Αὐτοῦ εἶχε ἀρνηθεῖ ἀπὸ τὸ 318 μ.Χ. ὁ πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας, Ἄρειος.


Ὁ Πατέρας, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι μὲν τρία Πρόσωπα ἐνυπόστατα, ἀλλὰ διὰ τὸ συμφυές, τὸ συναΐδιον, τὸ ὁμόθρονον, τὸ ὁμοούσιον καὶ τὸ ἀπαράλλακτο τῆς οὐσίας Τους ἀποτελοῦν Μία Θεότητα, Μονάδα Τρίφωτο, τὴ Μοναρχία τῆς Τριάδος καὶ ὄχι τρεῖς θεοὺς, δηλαδὴ «τρεῖς ἀνομοίους τε καὶ ἐκφύλους οὐσίας», ὅπως ὁ Ἄρειος ἀφρόνως ἀποτόλμησε νὰ κηρύξει, «ὕλην πυρὸς τοῦ αἰωνίου ἑαυτῷ θησαυρίζων». Ἡ Μία καὶ Ἑνιαία Θεότητα διακρίνεται σὲ τρία Πρόσωπα (ὑποστάσεις ἢ χαρακτῆρες) ὡς πρὸς τὸν ἀριθμό. Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο ἐξασφαλίζει τὴν ἑνότητα τῆς Θεότητας εἶναι τὸ ὁμοούσιον, τὸ ἀπαράλλακτον τῆς μορφῆς, ἡ ταυτότητα τῆς οὐσίας τῶν τριῶν Θείων Ὑποστάσεων, ἐνῶ ἐκεῖνο ποὺ διακρίνει τὰ Πρόσωπα εἶναι οἱ ἀσύγχυτες ἰδιότητες αὐτῶν.


Τὸ πρῶτο λοιπὸν καὶ κύριο ἔργο τῆς Συνόδου ἦταν ἀφ’ ἑνὸς ἡ καταδίκη τῶν αἱρετικῶν πλανῶν καὶ κακοδοξιῶν τοῦ Ἀρείου καὶ τῶν ὀπαδῶν του, ἀφ’ ἑτέρου ἡ διακήρυξη τῆς πίστεως ἢ τοῦ «Συμβόλου τῆς Νικαίας», τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ τὸν πρῶτο σημαντικὸ σταθμὸ στὴν ἐργώδη προσπάθεια τῆς θεολογικῆς πατερικῆς σκέψεως.


Τὸ «Σύμβολον τῆς Νικαίας» ἢ τὸ «Πιστεύω», ὅπως ἀπαγγέλουμε στὸ ναὸ στὴ Θεία Λειτουργία ἢ σὲ ἄλλες Ἀκολουθίες, ἔχει τρεῖς χαρακτηριστικὲς φράσεις πρὸς καταπολέμηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἀρείου: «Ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός», «Γεννηθέντα, οὐ ποιηθέντα», «Ὁμοούσιον τῷ Πατρί». Στὸ τέλος τοῦ «Συμβόλου» τῆς Νικαίας τέθηκαν ἀναθεματισμοί, διὰ τῶν ὁποίων ἀναθεματίζονται οἱ σπουδαιότερες αἱρετικὲς ἐκφράσεις τοῦ Ἀρείου.


Ποιὸς προήδρευσε τῆς Συνόδου; Ἀναφέρονται τρία ὀνόματα: ὁ Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρος, ὁ Ἀντιοχείας Εὐστάθιος καὶ ὁ Κορδούης Ὅσιος. Ἀλλὰ ὁ ἱστορικὸς Εὐσέβιος κάνει λόγο περὶ προέδρων δύο ταγμάτων, δεξιοῦ καὶ ἀριστεροῦ. Ἀπὸ τὴν πληροφορία αὐτὴ ἐξάγεται ὅτι δὲν ὑπῆρχε ἕνας πρόεδρος, δὲν ὑπῆρχε κοινὸς πρόεδρος. Κοινὸς πρόεδρος ἦταν ὁ αὐτοκράτορας.


Ἔτσι ἡ μὲν Σύνοδος καταδίκασε τὸν Ἄρειο, ὁ δὲ Μέγας Κωνσταντίνος ἐξόρισε τοὺς αἱρετικοὺς Ἄρειο, Σεκοῦνδο Πτολεμαΐδος καὶ Θεωνᾶ Μαρμαρικῆς στὴ Ἰλλυρία, ἀργότερα δὲ ἐξορίσθηκαν στὴ Γαλλία καὶ ὁ Νικομηδείας Εὐσέβιος καὶ ὁ Νικαίας Θεόγνις, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ ἀναγνωρίσουν τὴν καταδίκη τοῦ Ἀρείου καὶ δέχονταν τοὺς Ἀρειανούς.


Στὴ συνέχεια ἡ Σύνοδος διευθέτησε καὶ ἄλλα τρία ἐκκλησιαστικὰ σχίσματα, τὸ Νοβατιανό, τὸ Σαμοσατιανὸ καὶ τὸ Μελιτιανό, ὁμοίως δὲ τερμάτισε καὶ τὶς ἔριδες πρὶν τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἀφοῦ ὅρισε αὐτὸ νὰ ἑορτάζεται τὴ πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας.


Στὸ Μίλιον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κτίριο ἱστάμενο ἀντίκρυ τῆς μεσημβρινῆς πύλης τῆς Ἁγίας Σοφίας, σώζονται μέχρι τὸ 766 ἢ 767 μ.Χ. οἱ εἰκόνες τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν ἕξι Συνόδων, τὶς ὁποῖες τότε ἐξαφάνισε ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνος ὁ Κοπρώνυμος, ἀφοῦ ζωγράφισε ἀντὶ αὐτῶν ἡνίοχους καὶ ἱπποδρομικὰ θέματα. Ἀλλὰ τὴν εἰκόνα τῆς ΣΤ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐξαφάνισε ὁ Φιλιππικός, ἴσως τὸ 712 μ.Χ., ζωγραφίζοντας ἀντὶ αὐτῆς τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν κακόδοξο Πατριάρχη Ἰωάννη ΣΤ’. 
Ἡ Ἀρχαία Ἐκκλησία ὅρισε δύο ἑορτάσιμες ἡμέρες γιὰ τὴν προβολὴ τῆς διδασκαλίας τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὴν 28η Μαΐου καὶ τὴν Ζ’ Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα. Ἡ Ἐκκλησία ἐνέταξε τὴν παρούσα ἑορτὴ στὸν κύκλο τῶν ἑορτῶν τοῦ Πεντηκοσταρίου, καὶ μάλιστα μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ὄχι γιὰ ἄλλη αἰτία, ἀλλὰ γιὰ τὴν μαρτυρία αὐτῆς ὑπὲρ τῆς Θεότητας τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁμοουσίου τοῦ Υἱοῦ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τῆς πραγματικότητος τῆς Σαρκώσεως Αὐτοῦ. 

Διὰ τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς εἰς οὐρανοὺς Ἀναλήψεώς Του, ὁ Κύριος ἀποκάλυψε σὲ ὅλους ὅτι δὲν ἦταν ἁπλοῦς ἄνθρωπος, ἀλλὰ Θεάνθρωπος καὶ ὁ Ἕνας τῆς Τριάδος. Στὴ μαρτυρία αὐτὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης ἡ Ἐκκλησία ἔρχεται νὰ προσθέσει καὶ τὴν δική της ἐμπειρία, τὴν κοινὴ συνείδηση τοῦ πληρώματος αὐτῆς, ὅπως ἐκφράστηκε αὐτὴ στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἀπὸ τοὺς Ἁγίους καὶ Θεοφόρους Πατέρες.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
 Ὑπερδεδοξασμένος εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, 
ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς, τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, 
καὶ δι’ αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας, 
Πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι.



Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
 Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, 
τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐσφράγισαν· 
ἣ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τῆς ἀληθείας, 
τὸν ὑφαντὸν τῆς ἄνω θεολογίας, 
ὀρθοτομεῖ καὶ δοξάζει, 
τῆς εὐσεβείας τὸ μέγα μυστήριον.



Μεγαλυνάριον.

Ὡς Υἱὸν καὶ Λόγον σε τοῦ Θεοῦ, 
Σύνοδος ἡ Πρώτη, ὁμοούσιον τῷ Πατρί,
 ὀρθῶς σε κηρύττει, τὸν δι’ ἡμᾶς παθόντα, 
καὶ λύει τοῦ Ἀρείου, Σῶτερ τὸ φρύαγμα.



Ἕτερον Μεγαλυνάριον.
 Σύνοδος ἡ Πρώτη ἐν τῇ λαμπρᾷ, 
πόλει Νικαέων, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, 
σὲ Χριστὲ κηρύττει, καὶ λύει τοῦ Ἀρείου, 
τὴν ψυχοφθόρον πλάνην, ἐνθέοις δόγμασι.

Πηγή: synaxarion.gr

Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ρῶσος



Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης γεννήθηκε σὲ ἕνα χωριὸ τῆς λεγομένης Μικρᾶς Ρωσίας, περὶ τὸ 1690, ἀπὸ γονεῖς εὐλαβεῖς καὶ ἐνάρετους. Ὅταν ἔφθασε σὲ νόμιμη ἡλικία στρατεύθηκε, ἐνῶ βασίλευε στὴ Ρωσία ὁ Μέγας Πέτρος. Ἔλαβε μέρος στὸν πόλεμο ποὺ ἔκανε ἐκεῖνος ὁ τολμηρὸς τσάρος ἐναντίον τῶν Τούρκων κατὰ τὸ 1711, καὶ συνελήφθη αἰχμάλωτος ἀπὸ τοὺς Τατάρους. 

Οἱ Τάταροι τὸν πούλησαν σὲ ἕναν Ὀθωμανὸ ἀξιωματικὸ Ἵππαρχο, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ Προκόπιον τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τὸ ὁποῖο βρίσκεται πλησίον στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ὁ ἀγᾶς τὸν πῆρε μαζί του στὸ χωριό του. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς αἰχμαλώτους συμπατριῶτες του ἀρνήθηκαν τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔγιναν Μουσουλμάνοι, εἴτε γιατὶ κάμφθηκαν ἀπὸ τὶς ἀπειλές, εἴτε γιατὶ δελεάστηκαν ἀπὸ τὶς ὑποσχέσεις καὶ τὶς προσφορὲς ὑλικῶν ἀγαθῶν.

Ὁ Ἰωάννης, ὅμως, ἦταν ἀπὸ μικρὸς ἀναθρεμμένος μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου καὶ ἀγαποῦσε πολὺ τὸν Θεὸ καὶ τὴν πίστη τῶν πατέρων του. Ἦταν ἀπὸ ἐκείνους τοὺς νέους, ὅπου τοὺς σοφίζει ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ,

Πηγή συμπαθείας καὶ ἐλέους τὸ πέλαγος

Στιχηρὸ προσόμοιο.Ἦχος πλ. α΄. 

Δόξης ὡς θεϊκῆς ποταμός, 

τῆς ἑορτῆς νῦν μεσαζούσης ὁ Κύριος, 

τὰ ρεῖθρα τῆς εὐσπλαχνίας, πᾶσι παρέχων βοᾷ·

Οἱ διψῶντες δεῦτε καὶ ἀρύσασθε

Πηγή συμπαθείας γάρ, καὶ ἐλέους τὸ πέλαγος, 

Αὐτὸς ὑπάρχων, βρύει κόσμῳ τὴν ἄφεσιν·

πλύνει πταίσματα, καὶ καθαίρει νοσήματα· 

σώζει τοὺς τὴν Ἀνάστασιν, αὐτοῦ ἑορτάζοντας·

σκέπει τοὺς πόθῳ τιμῶντας, τὴν μετὰ δόξης Ἀνάληψιν, 

αὐτοῦ καὶ παρέχει, ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν εἰρήνην, 
καὶ μέγα ἔλεος.

Πηγή: Πεντηκοστάριον, «Φῶς», σελ. 106.

Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Οἱ Ἅγιοι Ἀλφαῖος καὶ Κάρπος οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν Ἑβδομήκοντα


Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Κάρπος ἔζησε τὸν 1ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Τρωάδα τοῦ Ἑλλησπόντου. Φιλοξένησε στὴν οἰκία του τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ ἔγινε βοηθὸς αὐτοῦ στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ κομιστὴς τῶν ἐπιστολῶν ποὺ ἔστειλε ὁ Παῦλος πρὸς τὶς Ἐκκλησίες.


Ἀφοῦ περιόδευσε πολλὲς πόλεις καὶ κήρυξε μὲ ἱερὸ ζῆλο τὸ Εὐαγγέλιο, ἐγκαταστάθηκε ἀπὸ τὸν Παῦλο Ἐπίσκοπος Βεροίας τῆς Θράκης, ὅπου καὶ κοιμήθηκε ἀγωνιζόμενος μέχρι τὴν τελευταία του πνοὴ ὑπὲρ τῆς διαδόσεως τοῦ θείου λόγου. 
Δεν γνωρίζουμε γιὰ ποιὸν ἀκριβῶς Ἀλφαῖο πρόκειται. Κατ’ ἄλλους πρόκειται γιὰ τὸν Ἰάκωβο τὸν Ἀλφαῖο, ἕναν ἀπὸ τοὺς Δώδεκα Ἀποστόλους καὶ ἀδελφὸ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, καὶ κατ’ ἄλλους, τὸ ὁποῖο εἶναι καὶ πιθανότερο, γιὰ τὸν Ἀλφαῖο ἢ τὸν Κλεόπα, σύζυγο τῆς Μαρίας, συγγενοῦς τῆς Θεοτόκου, ὁ ὁποῖος κατανάλωσε τὸ βίο του, μὲ τὴ σύζυγο καὶ τὰ τέκνα του, ἐργαζόμενος ὑπὲρ τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
 Θείας χάριτος, τῇ κοινωνίᾳ, 
ἐκοινώνησας, δεσμῶν τῷ Παύλῳ, 
θεομακάριστε Κάρπε Ἀπόστολε, 
καὶ κοινωνοὺς θείας δόξης ἀνέδειξας, 
τοὺς δεξαμένους τὸ φέγγος τῶν λόγων σου. 
Ὅθεν πρέσβευε, Χριστῷ τῷ Θεῷ πανεύφημε, 
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.



Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
 Καρποφόρος πέφηνας, τῇ μυστικῇ γεωργίᾳ, 
ὡς κλεινὸς Ἀπόστολος, καὶ ὑπηρέτης τοῦ Λόγου· 
ὅθεν σου, ὁ τῶν ἀγώνων καρπὸς ὁ θεῖος, 
κάρπωμα, τερπνὸν προσήχθη τῷ Παντεπόπτῃ· 
ὃν ἱκέτευε ἀπαύστως, Κάρπε θεόφρον, ἐλεηθῆναι ἡμᾶς.



Μεγαλυνάριον.

Παύλῳ τῷ θεόπτῃ διακονῶν, 
διάκονος ὤφθης, μυστηρίων πνευματικῶν, 
ὧν διαπορθμεύων, τοῖς θέλουσι τὴν χάριν, 
θαυμάτων ἀναβλύζεις, ὦ Κάρπε χάριτας.

Πηγή: synaxarion.gr

Σεισμός - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος

ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΟΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ Ο ΘΕΟΣ, ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΤΑΚΤΟΥΣ

Ὁ Θεὸς ἔδειξε αἰσθήματα φιλόστοργης μητέρας, ἡ ὁποία πολλὲς φορές, ὅταν κλαίει ἀδικαιολόγητα τὸ μωρό της ποὺ θηλάζει, θέλουσα νὰ τοῦ κόψει αὐτὴ τὴ συνήθεια, κουνάει δυνατὰ τὸ κρεββατάκι του, ὄχι γιὰ νὰ τὸ βλάψει, ἀλλὰ γιὰ νὰ φοβερίσει τὸ νήπιο.  

Ἔτσι καὶ ὁ Κύριος τοῦ σύμπαντος τραντάζει τὴν οἰκουμένη ποὺ κρατεῖ στὰ χέρια Του, ὄχι γιὰ νὰ καταστρέψει, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπαναφέρει στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας τὰ ἄτακτα παιδιά Του.

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος 

Πηγή: Παδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Νεοελληνικὴ ἀπόδοση: Βασίλειος Δ. Χαρώνης, Τόμος Δ΄, σελ. 292.

Τετάρτη 25 Μαΐου 2016

Πρὸς τιμὴν τῆς Μεσοπεντηκοστῆς: τῆς Ἁγίας τοῦ Θεοῦ Σοφίας



Φωτισθέντες ἀδελφοὶ 

τῇ Ἀναστάσει τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, 

καὶ φθάσαντες τὸ μέσον τῆς ἑορτῆς τῆς δεσποτικῆς, 

γνησίως φυλάξωμεν τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ· 

ἵνα ἄξιοι γενώμεθα καὶ τὴν Ἀνάληψιν ἑορτάσαι, 

καὶ τῆς παρουσίας τυχεῖν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.


Πηγή: Πεντηκοστάριον, «Φῶς», σελ. 103. 

Διάλογος τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου μετά τοῦ Ἀγγέλου (Γ΄)


 (Συνέχεια ἀπὸ τὸ Β΄μέρος)

Λέγει δὲ πάλιν ὁ Ὅσιος, οἱ καταφρονηταὶ τῆς ἁγίας Κυριακῆς, δηλαδὴ ἐκεῖνοι ὁποῦ δουλεύουν τὴν Κυριακήν, ἔχουν καμμίαν ἄνεσιν; 

Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἄγγελος, εἶπεν Οὐαί! ἀλλοίμονον εἰς αὐτούς, διότι καταφρονοῦν τὴν ἁγίαν Κυριακὴν καὶ τὰς Δεσποτικὰς καὶ Θεομητορικὰς ἑορτὰς καὶ τῶν Ἁγίων τὰς μνήμας καταφρονοῦν, αὐτοὶ καταφρονοῦν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τὴν Μητέρα του, καὶ τοὺς Ἁγίους, καὶ ὅστις τιμᾷ καὶ ἑορτάζει τὰς ἑορτὰς τῆς Κυρίας ἡμῶν καὶ Δεσποίνης Θεοτόκου, καὶ τὰς μνήμας τῶν Ἁγίων, τὸν βοηθοῦν καὶ αὐτοί, ἐπειδὴ ἔχουν μεγάλην παῤῥησίαν εἰς τὸν Θεόν, καὶ ὅ,τι ζητήσουν τοῦ Θεοῦ διὰ τὴν σωτηρίαν των, τὰ λαμβάνουν ἀναμφιβόλως. 

Εἰ δὲ καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀποδιώξουν τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ ἀπὸ λόγου τους, οὔτε τὸν Θεὸν ἔχουν φίλον, οὔτε τοὺς Ἁγίους του, ἐπειδὴ ἀκολουθοῦν τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας, πράγματα πλαστὰ καὶ φθαρτά, καὶ ἀλλοίμονον εἰς αὐτούς, διότι ἄνθρωπος, ἢ ἱερεύς, ἢ μοναχός, ἢ κοσμικὸς ὅστις δὲν τιμᾷ τὴν Κυριώνυμον ἡμέραν, Θεοῦ πρόσωπον δὲν βλέπει, ἀλλ΄ οὔτε ἔχει ἐλπίδα σωτηρίας.

 
Καὶ ὅ,τι ἄλλο θέλεις νὰ μάθῃς, εἶπεν εἰς τὸν ὅσιον ὁ Ἄγγελος, ἐρώτησόν με, διότι εἶναι ὥρα καὶ βιάζομαι διὰ νὰ ὑπάγω εἰς τὸν οὐρανόν, διὰ νὰ παρασταθῶ εἰς τὸν Κύριόν μου.

Τότε στενάξας ὁ Ἅγιος, καὶ δακρύσας πικρῶς εἶπεν Οὐαὶ εἰς ἐμέ! διότι ὁ Ἄγγελος τοῦ Κυρίου μου μὲ βίαν ὑπάγει ἀσώματος, ἂν καὶ ἀναμάρτητος, μὲ φόβον εἰς τοὺς οὐρανοὺς διὰ ν' ἀποδώσῃ δοξολογίαν εἰς τὸν Παντοδύναμον Θεόν, ἡμεῖς δὲ ὁποῦ ἔχομεν σῶμα γεμάτον ἀπὸ ἁμαρτίας, καὶ δὲν βάνομεν ποσῶς εἰς τὸν νοῦν μας τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καταφρονοῦμεν τὰ προστάγματά του, καὶ δὲν ἐπιμελούμεθα τὴν σωτηρίαν μας, τὶ θέλομεν πάθει;

Τότε λέγει πάλιν ὁ Ἅγιος πρὸς τὸν Ἄγγελον παρακαλῶ σε εἶπέ μοι, ποία προσευχὴ ἁρμόζει εἰς τὸν Μοναχόν;
Ὁ δὲ Ἄγγελος εἶπε πρὸς τὸν Ἅγιον, εἰ μέν ἐστιν ἄνθρωπος γραμματισμένος, τὸν ψαλμὸν τοῦ προφήτου Δαβίδ, τουτέστιν τό, "Ἐλέησόν με ὁ Θεός κτλ." εἰ δέ ἐστιν ἀγράμματος, τὸ "Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος, διὰ τῆς Θεοτόκου, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν". Αὐτὴ ἡ προσευχὴ εἶναι δυνατωτέρα, ὑπάρχει καὶ εὐκολωτέρα πάντων τῶν προσευχῶν, μάλιστα καὶ πολλοὶ κατέλειπον ἄλλας προσευχὰς καὶ μόνον αὐτὴν ἐκράτησαν, νέοι καὶ γέροντες, ἀμαθεῖς καὶ πεπαιδευμένοι, καὶ ὅσοι ἐβουλήθησαν διὰ νὰ σωθοῦν, αὐτὴν ἀναφέρουν εἰς τὸν Θεὸν νύκτα καὶ ἡμέραν, εἰς τὸν δρόμον καὶ εἰς τὰ κελλία τους, αὐτὴν νὰ λέγουν ἱστάμενοι καὶ ὁδοιποροῦντες, καὶ ἐργαζόμενοι μετὰ πάσης εὐλαβείας καὶ πόθου, ἱκανὴ γὰρ ὑπάρχει ἡ τοιαύτη προσευχὴ εἰς βουλέμενον σωθῆναι.

Καὶ πάλιν ὁ ὅσιος εἶπεν "Ἐπειδὴ ἦλθες, δέομαί σου δίδαξόν με τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ φανέρωσέ μου καὶ τοῦτο ἐὰν εὑρεθῇ τις ἄνθρωπος καὶ διδάξῃ ἕτερον καὶ τὸν ἐλευθερώσῃ ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν, ἔχει τίποτε μισθόν;

Καὶ ὁ Ἄγγελος εἶπεν ὅστις ἄνθρωπος διδάξει ἄλλον καὶ τὸν ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν καὶ σώσει τὴν ψυχήν του, ἔχει διπλὸν τὸν μισθὸν ἀπὸ τὸν Θεόν.


Ταῦτα εἶπε ὁ Ἄγγελος πρὸς τὸν ὅσιον, καὶ εὐλόγησας αὐτόν, εἶπεν Εὐλόγησον πάτερ καὶ ἐμέ. Τότε ὁ Ὅσιος προσκυνήσας αὐτὸν λέγει "Πορεύου εἰς εἰρήνην καὶ εἰς τὰ ἀμάραντα κάλλη τοῦ Παραδείσου, καὶ παράστηθι τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου Τριάδος, καὶ πρέσβευεν εἰς αὐτὴν ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν. Καὶ ἀναχωρήσας ὁ Ἄγγελος ἀνῆλθεν εἰς τὸν οὐρανόν".


Ὁ δὲ Ὅσιος Ἀββᾶς μακάριος Ἀντώνιος ἀπελθὼν εἰς τὸ κελλίον του, ἐδιηγήθη πάντα εἰς τοὺς μοναχοὺς ἀδελφούς του καὶ συνασκητάς του, δοξάζων καὶ εὐλόγων τὸν Θεόν, οὗ ἡ δόξα, τὸ κράτος καὶ ἡ προσκύνησις εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Τρίτη 24 Μαΐου 2016

Διάλογος τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου μετά τοῦ Ἀγγέλου (B΄)

(Συνέχεια ἀπὸ τὸ Α΄μέρος)
Ἐρώτησε δὲ ὁ Ὅσιος, καὶ τὰ μνημόσυνα διατὶ τὰ κάμνουν;

Ἀπέκριθη ὁ Ἄγγελος αἱ τρεῖς γίνονται, ἐπειδὴ εἶπα ὅτι εἰς τὰς τρεῖς ἡμέρας ἔρχεται ἡ ψυχὴ καὶ προσκυνᾷ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ διὰ τοῦτο φαίνεται πῶς πέμπονται, ὥσπερ κανίσκιον εἰς τὸν Κύριον, ὑπὲρ τῆς ψυχῆς ταύτης καὶ μετὰ τὴν προσκύνησιν τὴν περνοῦν πάλιν οἱ Ἄγγελοι καὶ δείχνουν εἰς αὐτὴν τοὺς τόπους ὁποῦ ἐπεριπάτησεν μὲ τὸ σῶμα καὶ τῆς ἐνθυμίζουν τὰς πράξεις, ὁποῦ εἰς αὐτοὺς ἔκαμε, λέγοντες εἰς αὐτήν, ἐδῶ ἔκλεψες, ἐκεῖ ἐπόρνευσες, ἀλλοῦ ἐφόνευσες, ἐκεῖ ἐβλασφήμησες καὶ ἀκολούθως τῆς ἐνθυμίζουν ὅλας τὰς ἁμαρτίας ὁποῦ εἰς ὅλην τὴν ζωὴν ἔκαμε, 

καὶ πάλιν τῆς δείχνουν ὅσα καλὰ ἔπραξε δηλαδὴ ἐδῶ ἔκανες ἐλεημοσύνην, ἐκεῖ νηστείαν, ἐδῶ λειτουργίαν, ἐκεῖ μετάνοιαν, ἐδῶ παράκλησιν, ἐκεῖ ἀγρυπνίαν, ἐδῶ προσευχήν, ἐκεῖ γονυκλισίαν καὶ ὅσα ἄλλα ἀγαθὰ ἔπραξεν εἰς τὰς ἡμέρας ὅλας τῆς ζωῆς της καὶ τὴν ἐννάτην ἡμέραν πάλιν ἔρχεται εἰς προσκύνησιν καὶ διὰ τοῦτο κάμνουν τὰ μνημόσυνα καὶ τὰς λειτουργίας πρὸς ὄφελος τῆς ψυχῆς καὶ διὰ τοῦτο εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνωνται τὰ μνημόσυνα. 

Πέρνουσιν αὐτὴν πάλιν οἱ ἄγγελοι καὶ τὴν ὑπάγουν εἰς τὸν Παράδεισον καὶ τῆς δείχνουν τοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ, τὰς ἀναπαύσεις τῶν δικαίων, καὶ ὡσὰν ἰδῇ τὰς κατοικίας ἐκείνας τὰς ὡραίας καὶ θαυμαστάς, παρακαλεῖ τοὺς ἀγγέλους διὰ νὰ σταθῇ ἐκεῖ καὶ αὐτὴ εἰς ἐκεῖνα τὰ ἀγαθὰ τῶν δικαίων 

πέρνοντάς την δὲ πάλιν ἀπὸ ἐκεῖ, τὴν ὑπάγουν εἰς τὴν κόλασιν καὶ τῆς δείχνουν πῶς κολάζονται οἱ ἁμαρτωλοί, λέγοντες εἰς αὐτήν, οὗτος ἐστὶν ὁ πύρινος ποταμὸς (δείχνοντες τοὺς τόπους), ὁ σκώληξ ὁ ἀκοίμητος, τοῦτος ἐστὶν ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων, καὶ καθεξῆς τῆς δείχνουν ὅλας τὰς κολάσεις τῶν ἁμαρτωλῶν, 

καὶ ὡσὰν τελειώσουν αἱ τεσσαράκοντα ἡμέραι, ὑπάγουν πάλιν τὴν ψυχὴν καὶ προσκυνᾷ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, διὰ τοῦτο πάλιν γίνονται τὰ μνημόσυνα, ἐπειδὴ μέλλει ἡ ψυχὴ νὰ λάβῃ τὴν ἀπόφασιν ὅθεν μέλλει νὰ τὴν διατάξῃ ὁ φιλάνθρωπος Θεός, νὰ κατοικήσῃ ἕως τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως, διὰ νὰ ἀπολαύσῃ μὲ τὸ ἴδιον της κορμὶ κατὰ τὰ ἔργα της. 

Τότε στενάξας ὁ Ἅγιος ἐκ καρδίας καὶ δακρύσας πικρῶς, εἶπεν ἀλλοίμονον εἰς τὸν ἄνθρωπον τὸν ἁμαρτωλόν, ὁποῦ ἐγεννήθη, καλλήτερα ἦτον εἰς αὐτὸν νὰ μὴν γεννηθῇ, καὶ μακάριος ἐκεῖνος ὁ δίκαιος ἄνθρωπος ὅταν ἐγεννήθῃ• καὶ ἀκολούθως λέγει ὁ Ἅγιος πρὸς τὸν Ἄγγελον• παρακαλῶ σε εἰπέ μοι καὶ τοῦτο, ἡ κόλασις τῶν ἁμαρτωλῶν ἔχει τέλος;
Ὁ δὲ Ἄγγελος εἶπεν• οὔτε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἔχει τέλος, ἀλλ' οὔτε καὶ ἡ κόλασις εἰς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἔχει τέλος, καὶ ἐὰν ἔπερνέ τις ἄνθρωπος κάθε χιλίους χρόνους ἕνα κόκκον ἀπὸ τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης ἢ μίαν σταλαγματιὰν νερὸν ἀπὸ τὴν θάλασσαν, ἤθελεν ἐλπίσει τινὰς νὰ σωθῇ κανένα καιρόν, ἀμὴ ἡ κόλασις εἶναι διὰ τοὺς ἁμαρτωλούς, καὶ ἡ αἰώνιος βασιλεία διὰ τοὺς δικαίους, καὶ δὲν ἔχουν τέλος.

Λέγει πάλιν ὁ Ἅγιος πρὸς τὸν Ἄγγελον, εἰπέ μοι παρακαλῶ σε καὶ τοῦτο• ποῖος Ἄγγελος εἶναι εὐσπλαγχνικώτερος εἰς τὸ νὰ παρακαλῇ τὸν Θεὸν διὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ πρεσβεύῃ δι΄αὐτούς;
Καὶ ὁ Ἄγγελος ἀποκριθεὶς εἶπεν• ὅλοι οἱ Ἄγγελοι καὶ οἱ Ἅγιοι ἔχουν πολλὴν εὐσπλαγχνίαν εἰς τοὺς ἀνθρώπους καὶ ποθοῦσι τὴν σωτηρίαν των, πλέον δὲ πάντων τούτων, ἡ Κυρία ἡμῶν Δέσποινα Θεοτόκος ἔχει περισσοτέραν τὴν εὐσπλαγχνίαν εἰς τὸ γένος τῶν Χριστιανῶν καὶ ἀκαταπαύστως δέεται εἰς τὸν Μονογενῆ της Υἱόν, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, δι' αὐτούς, καὶ διὰ τὴν παράκλησίν της στέκεται ὁ κόσμος ἕως τὴν σήμερον, ὁποῦ ἔμελλε ν' ἀπωλεσθῇ διὰ τὰς ἁμαρτίας, καὶ διὰ τὴν καταφρόνησιν ὁποῦ κάμουν οἱ ἄνθρωποι πρὸς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἁγίους.


Λέγει δὲ ὁ Ἅγιος πρὸς τὸν Ἄγγελον• ποίαν ἁμαρτίαν μισεῖν ὁ Θεὸς περισσότερον ἀπὸ τὰς ἄλλας;

Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἄγγελος εἶπε τὴν μιαρὰν ὑπερηφάνειαν, διατὶ αὐτὴ ἔκαμε τὸν πρῶτον ἄγγελον καὶ φωτεινὸν ἑωσφόρον διάβολον, ῥίπτοντάς τον ἀπὸ τὸν οὐρανὸν εἰς τὴν ἄβυσσον τῆς κολάσεως

ὁμοίως ἀπὸ αὐτὴν τὴν ὑπερηφάνειαν καὶ παρακοὴν ἐξέπεσεν ὁ Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν Παράδεισον, καὶ ὁ Φαρισαῖος ὡς διαλαμβάνει τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, κατεκρίθη. Καὶ ὅστις πέσει εἰς τοῦτο τὸ πάθος, δυσκόλως εἶναι νὰ σηκωθῇ καὶ νὰ εὔγῃ ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν, ἐὰν δὲν ἐπιστρέψῃ εἰς ταπείνωσιν.


Ἐρωτῶ σε καὶ τοῦτο Ἅγιε Ἄγγελε, εἶπεν ὁ Ὅσιος Ποῖοι ἄνθρωποι κολάζονται περισσότερον ἀπὸ τοὺς ἄλλους; 

Λέγει δὲ ὁ Ἄγγελος πρὸς τὸν Ἅγιον οἱ πόρνοι καὶ οἱ βλάσφημοι ἄνθρωποι ἔχουν δυνατωτέραν κόλασιν, ὁμοίως καὶ οἱ φονεῖς, οἱ μοιχοί, οἱ ἀρσενοκοίται, οἱ κλέπται, οἱ προδόται, καὶ οἱ ἱερεῖς οἱ πορνεύσαντες καὶ ὕστερον λειτουργοῦσιν, ὁμοίως καὶ οἱ μοναχοί, καὶ αἱ μοναχαί, οἱ διάκονοι καὶ αἱ διακόνισαι, ὁποῦ μιαίνουν τὸ Ἀγγελικὸν σχῆμα, καὶ ἐκεῖνοι ὁποῦ μεθοῦν. 

Ἐπειδή, τίμιε Πάτερ, τὸ πεσὸν Τάγμα τῶν Ἀγγέλων μέλλει ν΄ ἀποκατασταθῇ ἀπὸ τοὺς καθαροὺς Ἱερεῖς καὶ Μοναχούς, διὰ τοῦτο ὅσοι ἀπὸ αὐτοὺς ἀπαραιτοῦν τὴν ἀκολουθίαν τους διὰ τὰ κοσμικὰ ἔργα, ἀλλοίμονον εἰς αὐτούς, διότι μίαν ἡμέραν νὰ ἀφήσουν τὴν ἀκολουθίαν καὶ τὸν κανόνα τὸν ἐκκλησιαστικόν, θέλλουν δώσει δι' αὐτὸν λόγον εἰς τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως, πόσῳ μᾶλλον ἐκεῖνοι ὁποῦ ἀπαραιτοῦν ὅλως διόλου τὴν ἱερὰν ἀκολουθίαν.  (... Συνεχίζεται στό Γ΄μέρος).