Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Χαράλαμπος |
... «Δὲν μπορεῖς νὰ ξέρεις τί εἶναι ἐπωφελὲς καὶ σωτήριο γιὰ μένα. Τίποτε δὲν μοῦ εἶναι πιὸ εὐχάριστο ἀπὸ τὰ βασανιστήρια γιὰ τὸν Χριστό. Ἐμπρός, βασάνισε τό γρηγορότερο τὸ γηραλέο σῶμα μου μὲ ὅ,τι πιὸ ἀνυπόφορο κρίνεις ἐσὺ μέσο, γιὰ νὰ μάθεις ποιὰ εἶναι ἡ ἀπροσμάχητη δύναμη τοῦ Χριστοῦ μου».
Οἱ δήμιοι τότε τοῦ ἔβγαλαν τὴν ἱερατικὴ στολὴ καὶ μὲ σιδερένια νύχια τοῦ ξέσχισαν τὶς σάρκες, δίχως νὰ μπορέσουν νὰ τοῦ ἀποσπάσουν τὴν παραμικρὴ κραυγὴ πόνου.
Ἀντίθετα, τοὺς ἔλεγε: «Σᾶς εὐχαριστῶ, ἀδελφοί μου, γιατὶ γδέρνοντας τὸ γερασμένο τοῦτο σῶμα, ἀνανεώνετε τὴν ψυχή μου καὶ τὴν προετοιμάζετε γιὰ τὴν αἰώνια μακαριότητα!».
Βλέποντας μὲ πόση γενναιότητα ὁ γέροντας αὐτὸς ὑπέμενε τὸ μαρτύριο, ὁ διοικητὴς Λουκιανός, ἀντὶ νὰ μετανοήσει καὶ νὰ δοξάσει τὸν Θεό, κυριεύτηκε ἀπὸ ἄγρια μανία· ὅρμησε πάνω στὸν ἅγιο καὶ βάλθηκε νὰ τοῦ ἀποσπάσει τὸ δέρμα μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια. Αἴφνης, ὅμως, μὲ θεϊκὴ παρέμβαση, τὰ χέρια του ἀποκόπηκαν καὶ ἔμειναν γαντζωμένα, ἀκίνητα. πάνω στὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος.
Ἀκούγοντας τὶς κραυγὲς καὶ τὶς ἱκεσίες τοῦ τυρράνου, ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος τὸν σπλαχνίσθηκε καὶ μὲ τὴν προσευχή του τὸν θεράπευσε. Μπροστὰ σὲ τέτοιο θαῦμα καὶ στὴν ζωντανὴ αὐτὴ ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τῶν χριστιανῶν γιὰ τοὺς ἐχθρούς τους, οἱ δήμιοι Πορφύριος καὶ Βάπτος ἀρνήθηκαν τὴν λατρεία τῶν εἰδώλων καὶ πίστεψαν στὸν Χριστό. Τρεῖς γυναῖκες ποὺ παρευρίσκονταν ἐκεῖ ἔσπευσαν νὰ διακηρύξουν ἄφοβα τὴν πίστη τους.
Μόλις θεραπεύτηκε, ὁ εὐγνώμων διοικητὴς βαπτίσθηκε ἀπὸ τὸν ἅγιο καὶ μεγάλος ἀριθμὸς κατοίκων τῆς ἐπαρχίας τῆς Ἀσίας προσχώρησαν στὸν Χριστό....
...Ἡ Γαλήνη, κάνοντας πὼς ὑποκύπτει, μπῆκε στὸν ναό, ὅπου κατακρήμνισε καὶ συνέτριψε τὰ εἴδωλα. Ὁ Σεβῆρος ἔβαλε νὰ φτιάξουν καινούργια, ἀλλὰ ἡ κόρη του τὰ συνέτριψε ἐκ νέου, γελοιοποιώντας τὸν τύρρανο στὰ μάτια τοῦ λαοῦ.
Ὁ Σεβῆρος προσπάθησε τότε γιὰ μιὰ τελευταία φορὰ νὰ ὑποβάλει σὲ βασανιστήρια τὸν ὑπαίτιο τῆς τόσο ἐντυπωσιακῆς αὐτῆς μεταστροφῆς, τὸν Χαράλαμπο. Ὅμως ὁ ἅγιος, ἀκλόνητος σὰν βράχος, ἀντιστάθηκε σὲ ὅλα τὰ ἐγχειρήματα τῶν δημίων καὶ ἔλαμψε στὰ μάτια ὅλων μὲ τὸ ἀπαστράπτον φῶς τῆς θείας χάριτος.
Δέχθηκε μὲ χαρὰ τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου καὶ φθάνοντας στὸν τόπο τῆς θανάτωσης, ὕψωσε τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ τὶς χεῖρες στὸν οὐρανό, εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ ποὺ τὸν ἔφερε στὸ τέρμα τοῦ ἀγῶνος του καὶ Τοῦ ζήτησε γιὰ ὅσους Τὸν παρακαλέσουν στὸ ὄνομά του, ἑορτάσουν τὴν μνήμη του ἤ τιμήσουν τὰ λείψανά του, τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς, τὴν ὑγεία τοῦ σώματος καὶ τὴν ἀφθονία τῶν ἀγαθῶν στὴν ζωὴ αὐτὴ καὶ τὴν ἄλλη.
Ἀκούστηκε τότε φωνὴ ἐξ οὐρανοῦ: «Ἔλα, Χαράλαμπε, γενναῖε ἀγωνιστή, νά λάβεις μέρος στὴν χαρὰ καὶ τὴν δόξα τῶν μαρτύρων καὶ τῶν ἁγίων πατέρων!»...
Ἱερομόναχος Μακάριος Σιμωνοπετρίτης
Πηγή: Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ἱερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, σελ. 111-114 (2 ἀποσπάσματα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου