Ἄκουσε τότε καὶ κάποιον, πού σάν κ' ἐσένα δὲν πίστευε ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Χριστός. Εἶνε ὁ Θωμᾶς.
Ἀνέστη! τοῦ φώναζαν οἱ μαθηταὶ ποὺ Τὸν εἶδαν μὲ τὰ μάτια τους τὸ βράδι τῆς Κυριακῆς νὰ περνάῃ ἀπό κλειστές πόρτες, νὰ στέκεται μπροστά τους καὶ νὰ τοὺς λέῃ «Εἰρήνη ὑμῖν». Δὲν τὸ πιστεύω, ἔλεγε ὁ Θωμᾶς. Θέλω νὰ τὸν δῶ μὲ τὰ δικά μου μάτια, νὰ τόν ἀκούσω μὲ τὰ δικά μου αὐτιά, νὰ τὸν ἀγγίξω μὲ τὰ δικά μου δάκτυλα. Ἀκοῦτε; Θέλω ἀποδείξεις ἀτράνταχτες. Ἔτσι μόνο θὰ πεισθῶ, ὅτι πράγματι ἀναστήθηκε... Καὶ νά ὁ Χριστός, σὰν σήμερα, ἐπισκέπτεται καὶ πάλι τοὺς μαθητάς. Εἶνε τώρα μαζὶ καὶ ὁ Θωμᾶς. Τὸν προσκαλεῖ ὁ Χριστὸς νὰ τὸν πλησιάσῃ καὶ νὰ τὸν ἐξετάσῃ· νὰ τὸν ψηλαφίσῃ... Καὶ ὁ Θωμᾶς μετὰ ἀπὸ αὐτὸ πίστευσε, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστη, καὶ βεβαίωσε τὸ γεγονός μὲ τὴ φωνή του·
«Ὁ Κύριος μου καὶ ὁ Θεός μου».
«Ὁ Κύριος μου καὶ ὁ Θεός μου».
Ἐπ. Αὐγουστῖνος Καντιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου